Δυο χαρακτηριστικές δίκες…

Ο Δημήτρης Καρασούλης (RIP), ο Δημήτρης Σωτηρόπουλος και ο βούρκος της δικαιοσύνης.

Την Τρίτη 13/5 δικάστηκε επιτέλους και ησυχάσαμε, που ένα τέτοιο έγκλημα δεν έμεινε ατιμώρητο, ο αντιρρησίας συνείδησης Δημήτρης Σωτηρόπουλος για την ανυποταξία του που εκκρεμεί από το 1992. Στα σαράντα επτά του χρόνια και πατέρας τριών παιδιών κλήθηκε να λογοδοτήσει ενώπιον της δικαιοσύνης για το αποτρόπαιο εκείνο θράσος, να αρνηθεί να υπηρετήσει τον εθνικισμό, το μιλιταρισμό, τον παραλογισμό της κατασπατάλησης των κοινωνικών πόρων, να παραιτηθεί από τη δημιουργικότητά του και να αφήσει πίσω την αξιοπρέπειά του.

Όμως, το θλιβερό ενδιαφέρον της ημέρας εκείνης ξεκίνησε πολύ νωρίτερα.

Η υπ’ αριθμόν ένα στο πινάκιο υπόθεση αφορούσε την υπόθεση του υποδεκανέα Δημήτρη Καρασούλη. Ο Δημήτρης στις 3 Απριλίου του 2009, όταν υπηρετούσε στη μονάδα 525 στο Πολύκαστρο, διαγνώστηκε από τον οπλίτη ιατρό της μονάδας με αγχώδεις εκδηλώσεις και διαρκή πονοκέφαλο. Παραπέμφθηκε στο 424 ΣΝ της Θεσσαλονίκης, από όπου και στάλθηκε πίσω με εντολή ψυχιάτρου να μην εκτελέσει ένοπλη υπηρεσία και ει δυνατόν να του χορηγηθεί άδεια. Αντίθετα ο Δημήτρης τοποθετήθηκε ένοπλος σε μια σειρά σκοπιές και στην πασχαλινή επιφυλακή του τάγματος. Φαίνεται πως ο Δημήτρης βρήκε μέσα του το έσχατο σθένος και προσαρμόστηκε στην κατάσταση. Τρεις μήνες αργότερα όμως, και ενώ υπέμενε τον παραλογισμό σε μια ακόμα πιο δύσκολη μονάδα στον Έβρο, θα έβαζε τέλος στην ζωή του.

Στο εδώλιο κάθονταν τέσσερις ανώτεροί του στρατιωτικοί, από τη μονάδα και την ταξιαρχία στην οποία υπηρετούσε, με την κατηγορία της παράβασης στρατιωτικής εντολής. Κοινώς, εξεταζόταν το αν σκοπίμως αγνοήθηκε η οδηγία των ψυχιάτρων του νοσοκομείου ή απλά η παράλειψη οφείλονταν σε αμέλεια. Και μαντέψτε; Κανείς δεν κρίθηκε ένοχος. Και προφανώς, δεν ήτανε δουλειά του δικαστηρίου να διερευνήσει κατά πόσο οι στρατιωτικοί κανονισμοί που διέπουν τις διαδικασίες είχαν κενά. Άλλωστε η απώλεια μιας ζωής σε ένα στράτευμα ίσως να μην είναι υπόθεση άξια τόσου λόγου. Εάν οι γονείς του Δημήτρη δεν είχαν βρει μετά την αυτοκτονία του τα αντίγραφα κάποιον ιατρικών εγγράφων στα προσωπικά του αντικείμενα, όλη η υπόθεση θα είχε κλείσει με μια ΕΔΕ.

 

Δεν είμαστε σίγουροι για το αν κάποιος από τους κατηγορούμενους διέπραξε κάποιο συγκεκριμένο αδίκημα. Ίσως η ουσία να μην εντοπίζεται καν σε κάποια από τα πρόσωπα. Ίσως η σημασία της ζωής του Δημήτρη να υπέπεσε σε κάποιο κενό αρμοδιοτήτων. Κάποια “προφορική εντολή” να ξεχάστηκε. Μπορεί οι “συνήθεις πρακτικές” να έχουν συνηθίσει πως κάθε φαντάρος που παραπονιέται είναι ύποπτος παραπλάνησης ή αλλιώς προσπαθεί να λουφάρει.. Οι “κατ’ οικονομία λύσεις” να την εννοούν κάπως συγκεκριμένα την οικονομία. Όπως την εννοούσε ο λοχαγός που έβγαλε τις υπηρεσίες, «…γρήγορα γρήγορα, για να φύγουμε όσοι ήταν να φύγουμε στην άδεια του Πάσχα». Ή ίσως απλά, όλα τα παραπάνω στοιχεία της στρατιωτικής πρακτικής να χρησιμοποιούνται κατά το δοκούν από τους ισχυρότερους σε ένα πλαίσιο που «… προβλέπει τα ελάχιστα…» όπως παραδέχτηκε και ο εισαγγελέας. Και κούνησε το δάχτυλο στους κατηγορούμενους καταλογίζοντάς τους «αμελή συμπεριφορά σε ένα εξασφαλιστικό επίπεδο» καταλήγοντας πως «δεν υπάρχουν ευθύνες που να συνιστούν αδίκημα».

Και για να ξεκαθαρίσουμε κάτι: δεν μας συγκλονίζουν οι αυτοκτονίες εν γένει. Ούτε μας στεναχωρούν απαραίτητα. Ας πούμε δεν θα μας πείραζε καθόλου εάν αυτοκτονούσε ο Κωστόπουλος όταν φαλίριζε ο υπέροχος λουσάτος κόσμος του. Ούτε εάν το έκανε ο Βωβός από τύψεις για τα φέσια που άφησε στην εφορία. Ούτε εάν το έπραττε ο Πολύδωρας με το περίστροφο που κουβαλούσε πάνω του επειδή έχασε στη μάχη με τον «στρατηγό άνεμο» 67 υπηκόους του. Ή αν ο Λιάπης προχωρούσε στο απονενοημένο διάβημα επειδή δεν άντεξε την ντροπή μιας τόσο ταπεινωτικής σύλληψης. Αλλά η πράξη της αυτοκτονίας είναι καταρχήν και πάνω απ’ όλα συνέπεια αδιεξόδου. Ούτε φιλότιμου, ούτε ενοχών, ούτε ντροπής… και σίγουρα όχι έρωτα όπως συμπεραίνουν οι ΕΔΕ για τους περισσότερους αυτόχειρες φαντάρους. Και ο Δημήτρης σε αντίθεση με τους παραπάνω καλούνταν να διαχειριστεί την όποια οδύνη του σε συνθήκες εγκλεισμού παρόμοιες κοινώς με αυτές της φυλακής. Ο Δημήτρης ήταν μακριά από τους δικούς του ανθρώπους, που θα μπορούσαν να τον βοηθήσουν, με ελάχιστα περιθώρια αυτοδιάθεσης, στερημένος απόλυτα τη δυνατότητα να αποταθεί για αγάπη και στήριξη σε ένα ασφαλές γι’ αυτόν περιβάλλον.

Μετά λοιπόν από την υπόθεση αυτή και μερικές ακόμα τυπικές υποθέσεις ανυποταξίας, τους κατηγορούμενους στο εδώλιο διαδέχτηκε ο Δημήτρης Σωτηρόπουλος για ανυποταξία σε καιρό γενικής επιστράτευσης και με τη σύνθεση της έδρας να έχει αλλάξει κατά ένα πέμπτο ξεκίνησε η δίκη του. Ο Δημήτρης ενημέρωσε την έδρα από την αρχή πως δεν απολογείται σε αυτούς αλλά απευθύνεται στο ακροατήριο. Και αυτό επειδή βρίσκεται εκεί για να υπερασπιστεί μια πολιτική επιλογή και μια κοινωνική υπόθεση και όχι διότι αναγνωρίζει την υπαγωγή του στη στρατιωτική δικαιοσύνη, καθώς ποτέ δεν θέλησε να υπάρξει και δεν υπήρξε στρατιωτικός. Ως μάρτυρες υπεράσπισης κατέθεσαν εκπρόσωποι των διεθνών οργανώσεων WarResistersInternational, EBCO (Ευρωπαϊκό Γραφείο για την Αντίρρηση Συνείδησης)- και η IFOR (InternationalFellowshipofReconciliation). Επίσης κατέθεσε ο Τουρκοκύπριος αντιρρησίας συνείδησης MuratKanatli και δυο από τους παλιότερους αντιρρησίες συνείδησης στην Ελλάδα, ο Γιάννης Χρυσοβέργης και ο Μιχάλης Μαραγκάκης. Καθ’ όλη τη διάρκεια της δίκης, η στάση της έδρας ήταν περισσότερο από επιθετική.

Επανέφεραν πολλές φορές την ερώτηση γιατί ο Δημήτρης, παρότι ιδεολογικά αντίθετος με το μηχανισμό του στρατού, χρησιμοποίησε το στρατιωτικό νόμο για να πάρει αναβολές στα πρώτα του φοιτητικά χρόνια και αργότερα στα σαράντα του για να απαλλαγεί ως τρίτεκνος. Αγνοούσαν τους υπόλοιπους ισχυρισμούς των μαρτύρων και αποκάλεσαν την απαλλαγή στράτευσης που έλαβε «νομοθετικό ευεργέτημα» ξεχνώντας πως ακόμα και από τη σκοπιά της αστικής ισότητας ο νόμος ισχύει για όλους ακόμα και για όσους μπορεί να μη συμφωνούν μαζί του. Ξέχασαν πως και η εναλλακτική θητεία που προτείνουν ως πανάκεια σε κάθε δίκη ολικού αρνητή εδώ και χρόνια είναι κομμάτι της στρατιωτικής τους νομοθεσίας.

Και σα να μην έφταναν όλα αυτά, όταν ήρθε η ώρα της απολογίας του Δημήτρη, εισαγγελέας και πρόεδρος βάλθηκαν να μας παρουσιάζουν ποιος είναι ο σωστός τύπος αντιρρησία, θέλοντάς τον μάρτυρα που δε δικαιούται να πράξει διαφορετικά από το να επιδιώκει κάθε στιγμή να τιμωρείται από το κράτος που δεν υπηρετεί όπως αυτό του ορίζει.

Όποιος λοιπόν είχε την τύχη να παρακολουθήσει αυτές τις δύο δίκες σε συνέχεια, είδε μπρος τα μάτια του να ξεδιπλώνεται ο παραλογισμός της στρατιωτικής μηχανής: αθώοι οι βαθμοφόροι που οι ζωές των φαντάρων εξαρτώνται από τις αποφάσεις τους και δεκάμηνη φυλάκιση με δυο χρόνια αναστολή σ’ όποιον τολμά να αμφισβητεί την κυριαρχία του στρατού στη ζωή του.

Εμείς από τη μεριά μας έχουμε να πούμε το εξής. Κύριε πρόεδρε, αξιότιμε εισαγγελέα, εσείς, που πιθανότητα δεν σας έψαξε ποτέ κανείς, παρά μόνο για να ζητήσει την εύνοια της αυτού μεγαλειότητάς σας σε κάποια δίκη, τολμήσατε να ρωτήσετε «σιγά, τι τραβήξατε;» έναν άνθρωπο που πέρασε χρόνια από τη ζωή του διωκόμενος προσωπικά για κακούργημα (καθώς αυτό συνιστούσε η ανυποταξία μέχρι το 2003) και παρόλα αυτά πάντοτε εμφανής και ενεργός πολιτικά. Τον δικάσατε για τη συνείδησή του και του κάνατε και το κήρυγμά σας περί συνέπειας λόγου και πράξεων.

Μπορείτε να δικάζετε όλους εμάς στα στρατοδικεία, να μας ρίχνετε πρόστιμα €6000 κάθε φορά και μετά εάν δεν τα πληρώσουμε να μας ξαναδικάζετε στα αστικά δικαστήρια για οφειλές προς το δημόσιο. Εμείς όμως θα είμαστε εδώ αποφασιστικοί και ενωμένοι. Και δεν θα επιτρέψουμε να λοιδορηθούν άνθρωποι που βάζουν το τομάρι τους για να παραμείνουν συνεπείς τόσο με την ανάγκη να βαδίζουν με ψηλά το κεφάλι όσο και με το να υπηρετήσουν μια δημόσια υπόθεση που δεν αφορά μόνο τους ίδιους. Και μπορεί κάποτε κάποιοι από εμάς να θέλουν να τερματίσουν μια ξεκάθαρα άνιση αντιπαράθεση αλλά δεν θα πάψουν να αποτελούν κομμάτι και ιστορία της αφύπνισης.

Και παρότι μπορεί μετά να πήγατε να «εξηγήσετε» σε αυτόν που δικάζατε μέχρι προ ολίγου πως δεν έχετε τίποτα εναντίον του προσωπικά, ότι απλά παίζατε ένα ρόλο, δε μας ξεγελάτε. Τα εξηγούσατε σε αυτόν του οποίου την συνειδησιακή σύγκρουση δεν μπορούσατε να αναγνωρίσετε νωρίτερα, το παραδεχτήκατε και οι ίδιοι πως εσείς παίζετε απλά ένα ρόλο. Σ’ ένα θέατρο, μεταξύ άλλων για να υπερασπιστείτε το κύρος του στρατού και για να πείσετε πως στις ένοπλες δυνάμεις υπάρχει κάθαρση.

Επόμενη δίκη αρνητή στράτευσης είναι αυτή του Χάρη Ρίτσιου στο στρατοδικείο του Ρουφ στις 25/6. Είμαστε και θα είμαστε δίπλα του με όλες μας τις δυνάμεις. Απέναντι στην κρεατομηχανή του μιλιταρισμού. Απέναντι στην στρατιωτική, την οικονομική ή όποια άλλη δικαιοσύνη τους.